Λέω να υπερβώ τα
εσκαμμένα απόψε. Να γράψω πιο αποστασιοποιημένα για τον άνθρωπο των ημερών, των
δικών του τελευταίων ημερών. Και δε μπορώ να καταλήξω τι είναι, τέλος πάντων, αυτός
ο άνθρωπος, για να οδηγήσω τη σκέψη μου σε ένα πλάνο. Κάτι σαν Ιστορία που
γράφεται, πριν να γίνει Ιστορία, ενώ ταυτόχρονα αποπειράται να λειτουργήσει έξω
από τα όρια του χρονικού. Αυτοκαταστροφικός ή εθελοτυφλών; Ανίερος, ανόσιος ή
προβληματικός; Ανίκανος ή προδότης; Εκβιαζόμενος ή αυθεντικός μισέλληνας;
Κουτός ή υπερφίαλος και ματαιόδοξος;
Τι είναι τελικά
αυτός ο άνθρωπος;
Δε
νομίζω ότι έχει πραγματικά αξία να αναφερθώ στο συρφετό που εξορμά και ίπταται
στο όνομά του. Αριβίστες και ωφελιμιστές, κόρακες και γύπες υπάρχουν παντού και
θα υπάρχουν πάντα να γυρέψουν – θρασύτατοι, ύαινες, ζήτουλες σωστοί – κομματάκι
από την πίτα.
Αυτός όμως; Θα
μπορούσε να ξεκοκαλίζει τα έτοιμα για άλλες τρεις γενεές, θα μπορούσε να
αποδεχθεί ότι το πνευματικό του ανάστημα και το παράστημά του, το προφίλ του το
ίδιο, η δυναμική του, δεν ήταν αρκετά. Θα μπορούσε να απέχει, όπως κάθε σώφρων
άνθρωπος, από όσα δεν ξέρει να κάνει καλά.
Πότε, όμως, έγινε
έτσι με τους δεξιούς; Πότε αποδέχθηκαν ότι δεν έχουν τη στοιχειώδη ανθρωπιά,
για να ασκήσουν πολιτική; Με τεχνάσματα και δολοπλοκίες, με χρήση κανονική των
κουτών, με εξανδραποδισμούς, όποτε παρέστη χρεία, πάντοτε ζητούσαν κι έπαιρναν
κι άλλα, κι άλλα, κι άλλα.
Αυτός ο άνθρωπος
όμως πήρε το μεγάλο βάρος: αντάλλαξε ένα λαό, αντάλλαξε τη ζωή των γενεών, οι
οποίες είχαν την ατυχία να ζουν ταυτόχρονα με αυτόν, προδιαγράφοντας το μέλλον
εκείνων των τριών γενεών, οι οποίες θα έλθουν μετά από αυτόν.
Γιατί; Κι αν
ακόμη στην περίπτωσή του τυγχάνουν εφαρμογής όλες οι δικαιολογίες του κόσμου,
ακόμη και τότε, γιατί;
Κι όλα τα κοράκια
γύρω του, ακόμη κι οι γύπες που λατρεύουν την οσμή της αποσύνθεσης, ακόμη κι
αυτοί, τι λένε σήμερα; Τους αρέσει τόσο πολύ αυτό που συνέβη, αυτό που
συμβαίνει; Ποιος στ’ αλήθεια θέλει να πάει να ζήσει σήμερα στη Νιγηρία; Ποιος
στη Συρία; Ποιος στην Τουρκία; Ποιος χαίρεται που γεννήθηκε Κενυάτης, ποιος
χαίρεται που η μάνα του είναι Αιθίοπας, ποιος αγαλλιάζει στη θέα της
κατεστραμμένης πατρογονικής γης;
Να είναι τόσο
εκδικητικός; Να έχει εφαρμογή στην περίπτωσή του η μνήμη ελέφαντα; Να μην έχει
συγχωρέσει ακόμη τους δικούς του ανθρώπους, τους δικούς του ομοϊδεάτες για το
προ εικοσαετίας στραπάτσο; Τότε τον διέλυσε ο προεστός των άλλων συνωμοτών.
Τώρα αυτός ο άνθρωπος έχει κατορθώσει να πάρει μαζί του τον πλέον ιδιώτη από
τους κατιόντες του. Τον άνθρωπο που τον έλεγαν ημέρα ανάπαυσης.
Κι όμως ο
άνθρωπος αυτός δεν κάνει πίσω, δε σταματά, κι ας γνωρίζει το τέλος. Γιατί θα
είναι τέλος, πραγματικό.
Όμως γιατί;
* του Θάνου
Αθανασιάδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου