Ο Γιώργος, δυο
χρόνια μικρότερος, επίσης συνταξιούχος, της Τράπεζας Κρήτης, παλιός δηλωμένος
«αναρχικός τραπεζίτης» - του άρεσε πολύ το βιβλίο του Φερνάντο Πεσόα και
κράτησε τον τίτλο για τον εαυτό του.
Ο Γιώργος είχε
φάει κάτι ψιλές σε ένα Τμήμα, σε κάτι προληπτικές προσαγωγές, μια φορά κι έναν
καιρό. Όταν ξαναείδε το Νίκο στο γκισέ του ΟΤΕ, δέκα χρόνια μετά, τον
αναγνώρισε άμεσα, αλλά δεν τον κάρφωσε για χουντικό, κι έτσι γεννήθηκε η φιλία
τους. Κουμπάριασαν κιόλας.
Σήμερα κάνουν τη συνηθισμένη τους βολτίτσα στα παλιά λημέρια. Είχαν καιρό να σταθούν εκεί. Η κουβέντα έχει φουντώσει, οι παλιόφιλοι τα λένε.
Τους κάνει χάζι μια γαλαρία από φρικιά, κάτι ξεπεσμένα οροθετικά τραβέλια, δυο αλβανοί εργολάβοι με το συνεργείο τους των πακιστανών, ένας εν ενεργεία ασφαλίτης που το παίζει ανήξερος, ο περιπτεράς, κι εμείς οι δυο οι φίλοι.
Σήμερα κάνουν τη συνηθισμένη τους βολτίτσα στα παλιά λημέρια. Είχαν καιρό να σταθούν εκεί. Η κουβέντα έχει φουντώσει, οι παλιόφιλοι τα λένε.
Τους κάνει χάζι μια γαλαρία από φρικιά, κάτι ξεπεσμένα οροθετικά τραβέλια, δυο αλβανοί εργολάβοι με το συνεργείο τους των πακιστανών, ένας εν ενεργεία ασφαλίτης που το παίζει ανήξερος, ο περιπτεράς, κι εμείς οι δυο οι φίλοι.
Άκου να δεις τι μαθαίνει ο άνθρωπος….
Πηγαδάκι
Πλατείας Ομονοίας
δωδεκάμιση το
μεσημέρι, Μάρτης 2013)
(Νίκος – συνεχίζει από κει που άρχισε): Τι
λε’, ρε, είσαι σοβαρός; Ο Αντώνης δοσίλογος, ρε καραγκιόζη; Πας καλά; Δε λε’,
ρε, που ξεβρώμισε ο τόπος και μπορούμε να καθόμαστε εδώ που καθόμασταν και το
’68;
(Γιώργος – ομορφαίνει τη συζήτηση με
κοσμητικά) Ναι, ρε ηλίθιε ξεκούτη, αλλά καθόμαστε επειδή ο κόσμος που θα
καθόταν εδώ βρίσκεται στο σπίτι του, πεινασμένος, μέσα στο κρύο! Πού να
ξεμυτίσει κανείς;;
(Ν) Και τι ανάγκη έχει να ξεμυτίσει
δηλαδής; Σπίτι δεν έχει; Να κάτσει με τη γυναικούλα του και τα παιδάκια του,
δίπλα στο τζάκι, να μη γυρνάει με τις ξετσίπωτες τις αλλοδαπές που κλείνουν τα
σπίτια του κοσμάκη!
(Γ) Α, αυτό, ναι! Στο τζάκι – μάλλον τη
φουφού εννοείς, γιατί τζάκια η Αθήνα δεν έχει από το ’80. Εκτός κι αν εννοείς
τις βίλες της Εκάλης.
(Ν) Ναι, καλά, εσύ αλλού το πας πάλι! Τι
να σου πω, μια ζωή αντιδραστικός ήσουνα! Πετρέλαια έχουμε, χρυσάφι έχουμε,
αέριο έχουμε, όλα τα έχουμε! Αλλά εσύ, με τις βλακείες για τα εργασιακά
δικαιώματα που μου τσαμπουνάς, πάμε στην κατάντια και τη μιζέρια των αριστερών
και των κουκουέδων. Εδώ ο κοσμάκης δεν έχει να φάει από τις κλεψιές του
Παπαντρέου. Τι να έκανε κι ο μαύρος ο Αντώνης; Φτηνή δουλειά, αλλά δουλειά. Τι,
να μας τα παίρνανε οι Αλβανοί και τα πακιστάνια και οι αραπάδες; Έτσι ήσασταν
πάντα εσείς οι αριστεροί, τεμπελίκι, αραξό και ιδέες και φούμαρα. Δουλειά,
κύριε, δως μου δουλειά! Έχεις δουλειά; Όχι, γιατί τη δουλειά τη δίνει το
αφεντικό! Και το αφεντικό δεν είναι μαλάκας, να σε πληρώνει χιλιάρικα, να
κάθεσαι! Το αφεντικό θέλει απόδοση, έχει απαιτήσεις. Κι εσύ θέλεις ο Αντώνης να
σώσει τον κόσμο σε πέντε μήνες. Δεν είσαι καλά! Ρε, αν ήμουν εγώ ο Αντώνης, τα
ίδια κι απαράλλαχτα θα τα έκανα τα πράγματα!
(Γ) Αυτό φοβάμαι, βρε γεροδιάολε! Ότι ακόμη
υπάρχουν πολλοί σαν κι εσένα!!
(Ν) Τι εννοείς «φοβάσαι»; Γιατί, είμαστε
λίγοι; Είναι λίγοι σαν κι εμένα; Το 73% είμαστε. Μέτρα τα κουκιά! Πόσα πήρε ο
ΣΥΡΙΖΑ σου; 27%. Πόσα μένουν; 73. Σκάσε λοιπόν, που θα μου πεις κι ότι φοβάσαι.
Οι πολλοί, κύριε, κάνουν τη Δημοκρατία, οι πολλοί. Όχι μια χούφτα τάχαμ’
αριστεροί – της πλάκας δηλαδή, ίδιοι με το Φωτάκο. Αφού μέχρι χτες τρωγοπίνανε
μαζί. Σήμερα νομίζεις ότι τα χαλάσανε; Φούμαρα,
αν θες να ξες. Φούμαρα αρωματισμένα. Τάχαμ’ έγινε πιο αριστερός από το Φωτάκο ο
τύπος, που κάθε φορά που πάτε να ανέβετε λιγάκι, αμέσως κάνει δήλωση: «δεν
είμαστε έτοιμοι, δεν είμαστε έτοιμοι!!». Ή ο Αλέξης, ο μεγάλος ηγέτης: «Πάω
διακοπές, όταν γυρίσω, να έχετε στρώσει το αγωνιστικό τραπέζι». Άσε μας, ρε
Γιωργάκη τώρα! Και μην κοιτάς που σας έτυχε καλός και πράος άνθρωπος, αυτός ο
Δένδιας. Άμα ήταν κανάς σκληρός, θα σου έλεγα εγώ, που πετάγεστε σαν τις πορδές,
χωρίς φυσική ηγεσία να σας στηρίξει έμπρακτα. Ρε, θα είχατε φάει το ξύλο της
αρκούδας και θα λέγατε κι ευχαριστώ που δε φάγατε κι άλλες.
(Γ) Τι εννοείς, ρε γεροξούρα, πράος; Για
ποιον μιλάς; Για τον σκούπα, όπου τον παίρνει, στα φτωχαδάκια και τις γριές; Ρε
αυτόν θα μπορούσες να τον έχεις διοικητή, άντε να μην πω πού. Έχε χάρη που δεν
έχω πια τα νιάτα που χρειάζονται κι εγώ, αλλιώς το μυαλό το έχω, να τον έκανα
να χεστεί πάνω του. Αλλά τα σημερινά κωλόπαιδα, όλο ίντερνετ και καναπέ μου
είναι. Ούτε μυαλό να κάνουν την ανατροπή. Γιατί ο τόπος χρειάζεται ανατροπή,
παλιόγερε, κατάλαβες; Ανατροπή και ρήξη με το κατεστημένο, με τους κλέφτες και
τους δοσίλογους. Και ψέματα είπες προηγουμένως ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μόνο 27%. Άμα
είχαν ψηφίσει και όσοι κάτσανε σπίτια τους, 45% θα είχαμε τώρα, κατάλαβες;
(Ν) Κοίτα τον που ξεσπάθωσε, ο αριστερός
μέσα του!! Φάε έναν αναρχικό τραπεζίτη, που θέλει τα «κωλόπαιδα» να του βγάλουν
το φίδι από την τρύπα, κι αυτός να κάαααθεται!! Ναι, ρε, ιδεολογικέ καθοδηγητή,
δώσε εσύ τις εντολές από τον καναπέ σου και τα κωλόπαιδα θα τρέξουν για τη
ρήξη. Ξέρεις κάτι; Σε λυπάμαι. Νομίζεις ότι με το τάχαμ’ αριστερό προφιλάκι, θα
κάνεις τα παιδιά της νέας γενιάς να σε πιστέψουν. Είσαι γελασμένος, ρεεε! Τα
παιδιά θέλουν παράδειγμα. Να δουν μπροστάρη, για να ακολουθήσουν! Και, για δείξε
μου έναν αριστερό να τους δίνει δουλειά! Για δείξε μου έναν αριστερό να
εκμεταλλεύεται το αστικό σύστημα! Ο κομμουνισμός πέθανε 23 χρόνια πριν. Για
δείξε μου ένα ΣΥΡΙΖΑίο να ασχολείται πραγματικά με αυτό που θέλουν. Κάτι
τελειωμένοι του 3%, είδαν φως και μπήκε ο κόσμος για τη ρήξη και είδε κάτι
ραμολιμέντα που προσπαθούν να αποδείξουν ότι μόνο με έναν Αλέξη έγιναν, όχι οι
αποτυχημένοι του 3% μιας εικοσαετίας, αλλά οι σούπερ ειδήμονες της λύσης που
αναζητά ο τόπος. Λοιπόν, σου έχω νέα! Ο κόσμος δε σας ψήφισε για να το παίζετε
κοινοβουλευτική αντιπολίτευση νομιμοφροσύνης, σας έδωσε αυτά τα ποσοστά, για να
του φέρετε λύση. Κι εσείς παίζετε με τις περιστρεφόμενες καρέκλες της Βουλής,
στηλιτεύοντας τον ετσιθελισμό της κυβερνήσεως και ακολουθώντας από πίσω. Ξέρεις
στ’ αλήθεια τι θα περίμενα από σας; Να νιώσετε κάτι, ρε. Και να πείτε κάτι, ρε!
(Γ) Και τι να πούμε, ρε Νίκο, τι;;;
(Ν) Να πείτε:
«Ντροπή μας να έχουμε μείνει στα λόγια
περί αντίστασης και ανατροπής συμπληρώνοντας τη λίστα της ασυνέπειας λόγων και
έργων που γράφεται επί χρόνια.
Ντροπή μας να σιωπούμε μπροστά στην
απραξία, αντί να κραυγάζουμε ταράζοντας τη σιωπή.
Ντροπή μας να κατηγορούμε τους άλλους
για αδράνεια, περιμένοντας έτσι να τους ενεργοποιήσουμε για να δράσουν για
λογαριασμό μας.
Ντροπή μας να μένουμε άπραγοι μπροστά σε
φαινόμενα διαφθοράς, ενώ ευαγγελιζόμαστε την κάθαρση.
Ντροπή μας να παρεισφρύουν τα ΠΑΣΟΚια
του Γκαπ και του Σημίτη και του Μπένη και της Λούκας και να τους αφήνουμε να
αλωνίζουν για πέντε ψωροκουκιά.
Ντροπή μας να δεχόμαστε τα ευεργετήματα
της νέας μας θέσης, ενώ πριν τα καταδικάζαμε.
Ντροπή μας που, κάθε μέρα που περνά,
γινόμαστε όλο και περισσότερο αυτό που πριν λέγαμε ότι δεν είμαστε.
Ντροπή μας να φιλάμε τις ποδιές που πριν
κατουρούσαμε.
Ντροπή μας να συμβιβαζόμαστε με τα ασυμβίβαστα.
Ντροπή μας που φοβόμαστε αυτούς που θα
έπρεπε να μας φοβούνται.
Ντροπή μας που μιλάμε για την ελπίδα,
αντί να ε ί μ α σ τ ε η ελπίδα.
Ντροπή μας να δεχόμαστε o Ολύμπιος Θεός
της Φιλοξενίας να χαρακτηρίζει αστυνομικές επιχειρήσεις κάθαρσης.
Ντροπή μας η Ολύμπια Θέα της Σοφίας να
συμμετέχει στη διάλυση της ανώτατης παιδείας.
Ντροπή μας να αφήνουμε τον παππού και
την γιαγιά μας να αργοπεθαίνουν μειώνοντας σταδιακά τα φάρμακά τους.
Ντροπή μας να βλέπουμε την αγωνία για το
μέλλον στα μάτια των μικρών μας παιδιών και να τα ξεγελάμε με τη σοκολάτα της
μικρής συσκευασίας.
Ντροπή μας να βλέπουμε τους γονείς μας
να περιμένουν τη σειρά τους στην ουρά της εξαθλίωσης και να τους λέμε να μην
ανησυχούν, γιατί βρίσκονται προς το τέλος.
Ντροπή μας να βλέπουμε το γείτονά μας
στην ουρά των συσσιτίων και να νιώθουμε τυχεροί που το φαΐ μας δεν έχει
τελειώσει ακόμη.
Ντροπή μας να αφήνουμε τα παιδιά μας,
τους μαθητές μας, τους φοιτητές μας τους νέους μας μόνους απέναντι στο θεριό,
να βγάλουν για μια ακόμη φορά το φίδι από την τρύπα.
Ντροπή μας που προσδοκούμε τον ερχομό
της άνοιξης για να περάσει ο χειμώνας και δεν φέρνουμε την άνοιξη μέσα στο
χειμώνα.
Ντροπή μας που ξεχνάμε.
Ντροπή μας που συγχωρούμε.
Ντροπή μας που σιωπούμε.
Ντροπή μας. Αυτό να πείτε, ρε.
Και να πείτε: Δεν ξεχνώ. Δεν συγχωρώ.
Δεν σιωπώ.
Δεν θέλει πολύ η ντροπή των πραγμάτων να
μετασχηματιστεί σε τροπή των πραγμάτων.
Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία, ρε!
Κι εγώ, που έκανα λάθος τόσα χρόνια πριν, ένα φίλο κέρδισα - και είσαι εσύ αυτός ο φίλος. Κι ένα παιδί
έχω βαφτίσει - κι αυτό είναι το δικό σου
παιδί, εσένα που σε έδειρα κάποτε. Κι εσύ δε με κάρφωσες, επειδή ήξερες ότι το
έκανα από ανάγκη. Διώξε μου την ανάγκη, ρε φίλε κι αδερφέ και κουμπάρε και
συμπατριώτη. Δώσε μου αυτό που θέλω. Αποτίναξέ μου το ζυγό. Κάνε με να νιώσω
ότι, για μια φορά στη ζωή μου, δε θα έχω ανάγκη τους εργοδότες, τους πλούσιους
και τη φτηνή δουλειά τους. Κάνε με αριστερό, ρε!
Κάνε με αριστερό όμως, όχι κακό δεξιό.
Γιατί τέτοιος ξέρω να είμαι καλύτερα από σένα. Και για δεξιό δε σε έχω ανάγκη.
Μου φαίνεται ότι εγώ είμαι o ΣΥΡΙΖΑ….»
Κι ο Νίκος βούρκωσε.
Γιατί στα νιάτα του έκανε ένα λάθος, αλλά σήμερα δεν ήθελε πια ούτε Χρυσές
Αυγές, ούτε Δένδιες, ούτε Σκουριές, ούτε Μπόμπολες, ούτε τίποτε. Μόνο λύση. Και
τη λύση έπρεπε να τη δώσει ο παλιός του φίλος. Με την αριστερά. Όχι με την
κακιά γκρίζα δοσιλογική Δεξία που καμία σχέση δεν είχε με την Ελλάδα του.
Και τα φρικιά
κοίταξαν με δέος το γέρο. Κι ο ασφαλίτης πήγε να πει στη γυναίκα του ότι θα
παραιτηθεί από το Σώμα, να ετοιμάσει βαλίτσες για το χωριό, για τα χτήματα. Οι
άλλοι δε μίλησαν, μόνο άρχισαν να σκέπτονται ότι αυτή τη φορά θα ψηφίσουν. Μόνο
να ’ρθει αυτή η φορά. Σύντομα.
*των Κωνσταντίνου Νάκκα & Θάνου Αθανασιάδη
Ολη η Ελλάδα πέρασε μπροστά απο τα ματια μου για μια στιγμή!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι ενώ το κακόγουστο αστειο της επαναληψης καραδοκεί για να μας ξετινάξει, η "στιγμή" είναι διαφορετική!
Ειναι ΤΩΡΑ
ή ποτέ,
είναι ΤΩΡΑ
ή πολυ πολυ αργότερα και αν...
Πέρασε κιόλας ένας χρόνος κι ένας μήνας από εκείνη τη βραδιά που ο φίλος μου ο Κώστας κι ο υποφαινόμενος το ρίξαμε στην τρελλίτσα - στην αρχή - κι αλλιώς μας βγήκε στο τέλος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠροέκυψε αυτό το κείμενο εδώ απ' κατ' και μας έκανε εντύπωση το πώς - εν τέλει - κωλοπετσωθήκαμε τους ρόλους μας.
Μάλιστα, είπαμε να το κάνουμε και ταινία μικρού μήκους. Έπρεπε να βρούμε πρόθυμους συντελεστές όμως, και τούτο κατέστη ανέφικτο στην Ελλαδίτσα της εσωστρέφειας, της φτώχειας και της μιζέριας, του φόβου - αν θέλετε - ότι θα "χαρακτηριστούμε".
Όπως τις παλιές καλές εποχές των αναγκαστικών νόμων, των βασιλικών διαταγμάτων, του Νόμου 4000.
Όπως τότε, έτσι και τώρα, ζωή είναι, θα περάσει.
Μόνο να αφήσουμε όμορφα κουφάρια, να χορτάσουν και τα σκουλήκια.
Στη διάθεσή σας.