Περνάει ο καιρός, περνάει κι ο κόσμος. Αναζητούμε πρότυπα, αξίες, ιδανικά, διεξόδους και λύσεις σε μια αέναη πάλη με το αναπόφευκτο: Να προλάβουμε. Διότι μετά, εκτός κι αν έχουμε κάνει το Μεγάλο Κακό, το οποίο κανείς δε θα μας συγχωρήσει για επτά γενεές, η λαϊκή ρήση ισχυρίζεται πως έχουμε ξεφύγει από το σύντομο κσι μάταιο κόσμο των βροτών και πως έχει έρθει η ώρα της Μεγάλης Αναμονής για την τελική Κρίση από το Δημιουργό των πάντων.
Κι όσο να γίνουν όλα αυτά, βασανιζόμαστε, καθείς κατά το μοιράδι που του έλαχε. Ευτυχισμένες στιγμές εναλλάσσονται με περιόδους δυσκολιών, δυστυχίας και πόνου. Κι απ' αυτές τις στιγμές κρατιόμαστε, και πάνω σε αυτές χτίζουμε τον προσωπικό μας μύθο, έτσι ώστε να λέμε μια μέρα, χούφταλα σωστά, "Ξέρεις τι έχω κάνει εγώ στον καιρό μου;"
Κι όμως, με φωτεινές εξαιρέσεις να αστράφτουν στο ρου της πορείας του ανθρωπίνου γένους και να δείχνουν το δρόμο, αυτός ο δρόμος παραμένει μακρύς και πρακτικά απροσπέλαστος. Αναλώνεται ο χρόνος που έχουμε στη διάθεσή μας στα μικρά και ποτέ δε γίνονται αυτά τα μικρά σπουδαία και μεγάλα. Αυτοκρατορίες χάνονται, επειδή στον καιρό της ακμής τους αποτυγχάνουν να κάνουν το Κοινό Καλό κοινό τόπο. Από την πλευρά τους, οι μικροί συσπειρώνονται και ανθίστανται με κάθε μέσο, ώστε να επιτευχθεί η εξίσωση, μέσα από τον ισοπεδωτικό τυφώνα της μετριότητας.
Αχ, αυτοί οι μικροί. Έχουν την εδραία πεποίθηση καρφωμένη καλά στο ελάχιστο ίχνος της φαιάς τους ουσίας πως σε έναν κόσμο όπου η καλοσύνη θα έχει πλέον εδραιωθεί, εκείνοι δεν θα έχουν ρόλο, επειδή είναι τα παιδιά του Κάιν, επειδή μισούν βαθιά τον Άβελ και το σπόρο του. Κι αν το σκεφτεί κανείς και περισσότερο, πώς άφησε άραγε ο Άβελ σπόρο καλού, αφού ο ίδιος έφυγε από το χέρι του αδερφού του; Μήπως είναι πιο σωστό να ισχυριστούμε ότι είμαστε όλοι παιδιά του Κάιν και ότι δεν υπάρχει ψήγμα αμιγούς καλού στον κόσμο μετά από εκείνο το φονικό; Και ποιοι είναι αυτοί που το πρεσβεύουν το Καλό τελικά; Κάποια από τα παιδιά του Κάιν, τα οποία πήραν το στραβό δρόμο και θέλησαν να χαλάσουν την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, σίγουρα. Κάποιοι ευφάνταστοι και αιθεροβάμονες, λογικά. Κι είναι εκείνοι οι (εσφαλμένα) καλοί σωστό να ζουν ανάμεσα στα (ορθά) κακά παιδιά του Κάιν, τα οποία ακολούθησαν το δρόμο του, το δρόμο του νικητή;
Ποιος να πει ποιος έχει δίκιο; Ποιος ο Κριτής εδώ στα εφήμερα της Πλάσης; Ένα τρόπο έχουμε ως είδος: τον λέμε Πολιτική και σε απλά λόγια είναι η επιλογή του Αφέντη.
Διαλέγουμε Αφέντη, για να μη χρειάζεται να σκεφτούμε, για να μπορούμε να παραπονεθουμε, για να αντισταθούμε, για να εξάρουμε, για να δικαιωθούμε στα εφήμερά μας. Διαλέγουμε από συνήθεια, από έμφρονα σκέψη, από πίκα, από άχτι, από γινάτι, από σφόδρα επιθυμία να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα.
Διαλέγουμε, για να μη χρειαστεί να μπούμε στον κόπο εμείς να γίνουμε αφεντικά της Μοίρας μας. Είναι η Δύναμή μας αυτή μας η μικρή αδυναμία: είμαστε νωθροί και προτιμάμε τα έτοιμα. Εκείνη η Θεωρία της Ήσσονος Προσπάθειας, μεταμορφωμένη σε Εικόνα, η οποία ανέκαθεν αποτελούσε τη μεγάλη μας αγαπημένη. Κι όταν αυτή παρουσιάζεται όμορφη και λαμπερή, τότε είμαστε βέβαιοι ότι της φέρνουμε στο τούτο της. Κι όταν είναι σκυθρωπή και σκοτεινή και μίζερη, ξέρουμε καλά ότι εμείς είμαστε καλύτερα. Κι όταν ξεφεύγει από τις δυνατότητές μας, τότε ένα είναι βέβαιο (αλλά δισχιδές): είτε θα γυρίσει ο τροχός, είτε "αυτά είναι τυχερά". Μα λατρεύουμε τα είδωλα της Πλατωνικής Σπηλιάς, επειδή αυτά τουλάχιστον δεν μας χαλάνε την καρδιά, μιας και μας μοιάζουν.
Και λέει ο Οδυσσέας Ιωάννου μέσα από τη φωνή του Μίλτου Πασχαλίδη:
Θα κατεβάσω απ' το ταβάνι σου τα αστέρια
κι όλο τον κόσμο σου θ' αφήσω χτυπημένο
ξέρω στα λόγια μου ακονίζονται μαχαίρια
νιώθω να σφίγγουν την ζωή μου κρύα χέρια
και με το θάρρος μου απ' τα γόνατα κομμένο.
Όμως απόψε πρέπει να τα καταφέρω
δεν έχω δύναμη τα πόδια μου να πάρω
μακάρι να 'τανε κάπως αλλιώς δεν ξέρω
μακάρι να 'τανε και πάλι να σε θέλω
και να σου πω: "σήκω μαζί μου θα σε πάρω"
Δεν ξέρω ποιόν παλεύω να νικήσω
φτάνω στην πόρτα και ζυγίζω την ζωή μου
νοιώθω τα μάτια σου να με τραβάνε πίσω
να μ' αγαπάνε δυο φορές για να γυρίσω
σαν βυθισμένες άγκυρες επάνω στο κορμί μου
Βγαίνω στο δρόμο και σκουπίζω τα αίματά σου
κι όσα σου είπα δεν μπορώ να τα πιστέψω
"να μην ξεχάσεις να πιαστείς απ' τα όνειρά σου"
"να μην φοβάσαι η ζωή είναι μπροστά σου"
πόσες βλακείες είπα για να ξεμπερδέψω
Δεν ξέρω ποιον παλεύω να νικήσω.
Κι όμως, πρέπει να ξέρουμε, τα λέμε και τα ακούμε χρόνια τώρα, σιμά τέσσερις χιλιάδες. Ίσως η Τάξη του '21 τα πει πιο καλά από τις άλλες. Ίσως τα παιδιά βαρέθηκαν και θέλουν να μας κάνουν ό,τι κάνουν οι δεκαεξάρηδες για μια οκταετία, προτού τα παρατήσουν κι εκείνοι. Ίσως το γονίδιο του Κάιν ξέφτισε, αλλοιώθηκε, ίσως να είμαστε τα νόθα απομεινάρια του Άβελ, αυτά που κανείς δεν κατάλαβε ότι είχαν επιβιώσει, επειδή κρύφτηκαν στις σπηλιές, για να γλιτώσουν από το κακό της ορφάνιας.
Πρέπει να δείξουμε εμπιστοσύνη.
Βαρύ το λες. Αισιόδοξο καθόλου. Κι εν τέλει: Ποιοί ανήκουν στην "Τάξη του '21"; Οι νυν 18αρηδες; Οι νυν 12αρηδες (που μόλις μπαίνουν στην εφηβεία); Εμείς οι "άνω των 40", νομίζω με τίποτα. Εμείς είμαστε η καθεστηκυία τάξη πια. Σίγουρα πάντως εύχομαι: "[...] μακάρι να 'τανε κάπως αλλιώς δεν ξέρω".
ΑπάντησηΔιαγραφή